Φιλοσοφική Στοιχείωση - Δοκιμή στη Σχολική Τάξη

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Στην εικόνα παριστάνεται ο «κλεινός» Ευγένιος Βούλγαρις (Κέρκυρα 1716 – Αγία Πετρούπολη 1806), προσωπογραφία φιλοτεχνημένη από τον Δημήτριο Δομβριάδη (Σλίβεν Βουλγαρίας 1816 – Αθήνα 1905), Έλληνα Ζωγράφο. Είναι δημοσιευμένη στο συλλογικό τόμο 1821: Η Επανάσταση των Ελλήνων, έκδοση με επιμέλεια των Θάνου Βερέμη και Αντώνιου Κλάψη, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2021, και ενταγμένη στο άρθρο της Βάσως Σειρηνίδου, με τίτλο: «Ο ελληνικός κόσμος στις παραμονές της Επανάστασης»
Ο πολυμαθής και πανεπιστήμων αυτός λόγιος του ελληνικού και ευρωπαϊκού 18ου αιώνα, κατέβαλε τεράστιες προσπάθειες για προσεκτική ενσωμάτωση των νεωτερικών διαφωτιστικών ιδεών στην παιδεία του υπόδουλου Ελληνισμού. Το πέρασμά του ως Διδασκάλου του Γένους από τέσσερεις κορυφαίες σχολές: Ιωάννινα (από το 1742 έως το 1745 και από τα τέλη του 1748 έως την Άνοιξη του 1753), Κοζάνη (από τον Απρίλιο 1745 έως τα τέλη του 1748 / αρχές του 1749), Αθωνιάδα Σχολή Αγίου Όρους (από τον Ιούλιο 1753 – έως τον Ιανουάριο του 1759) και Πατριαρχική Ακαδημία στην Κωνσταντινούπολη (από τα τέλη του 1759 έως τον Απρίλιο του 1761), δείχνει το ρηξικέλευθο περιεχόμενο των μαθημάτων που δίδασκε, τόσο στις θεωρητικές όσο και στις φυσικές – μαθηματικές επιστήμες, υπό το ντύμα όμως της φιλοσοφικής σκέψης. Εξού και ο χαρακτηρισμός του ως «φιλοσοφικός διδάσκαλος» από τον Αθανάσιο Κομνηνό Υψηλάντη. 
Καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του ο Βούλγαρις υπήρξε ο λόγιος που ασταμάτητα έγραφε. Μέχρι τα βαθύ γήρας του, ζώντας στην Ρωσία της Μεγάλης Αικατερίνης, το συγγραφικό του έργο υπήρξε πολυσχιδές: καλύπτει σχεδόν όλο το επιστητό: μεταφράσεις, εκπαίδευση, θεολογία, φιλοσοφία, μεταφυσική, μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, πολιτική. Η Λογική του, ένα από τα πιο σημαντικά φιλοσοφικά έργα του πρώιμου Νεοελληνικού Διαφωτισμού, καρπός της πνευματικής του ωριμότητας, ο Βούλγαρις απέδειξε την έγκυρη θητεία του στην αντιμετώπιση των φιλοσοφικών προβλημάτων της εποχής του: προς επίλυση έθεσε άμεσα το πρόβλημα κατά πόσο η ελληνική φιλοσοφική σκέψη του 18ου αιώνα μπόρεσε να καταπιαστεί με τη γνωσιολογία, τον εμπειρισμό και τον ορθολογισμό. Εδώ, ο πολυγνώστης Επτανήσιος λόγιος, μέσα από τον εκλεκτισμό του - ο ίδιος ομολογεί αυτό τον εκλεκτισμό, αφού συχνά κάνει λόγο για «εκλεκτικούς φιλοσόφους» με τους οποίους, βέβαια, συντάσσεται απερίφραστα· η έκτη παράγραφος της πρώτης διατριβής της Λογικής είναι αφιερωμένη στον εκλεκτισμό – κατάφερε να συγκεράσει τα αρχαιοελληνικά με τα νεωτερικά φιλοσοφικά ρεύματα και να αποδεσμεύσει την ελληνική φιλοσοφική σκέψη του καιρού του από τον αριστοτελικό κορυδαλισμό. Ένα φυλλομέτρημα δείχνει την ευρυμάθειά του στο πεδίο της φιλοσοφικών ιδεών, αφού μπροστά μας παρελαύνει πλειάδα ονομάτων φιλοσόφων, όπως λόγου χάρη: Αμμώνιος Σακκάς, Αντώνιος ο Επικούριος, Αριστοτέλης, Γαληνός, Επίκουρος, Επίκτητος, Ηράκλειτος, Ιπποκράτης, Πλάτων, Πυθαγόρας, Σιμπλίκιος, Συνέσιος, Σωκράτης, Κλήμης Αλεξανδρείας, άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Νικηφόρος Βλεμμύδης, Leibniz, Bacon, Descartes, Hobbes, Gravesande, Malebranche, Wolff, Locke, αλλά και φιλοσοφικών όρων όπως: αγαθόν, αίρεσις, αισθήσεις, αιτία, αλήθεια, αρχή, άσκησις, γνώσις, γνωστικόν, διανόησις, δόγματα, δύναμις, εμπειρία, εμφιλόσοφον φρόνημα, εμφιλόσοφος βίος, έννοια, ηθική, Θεολογία, θεωρήματα, θεωρία, θήρα του αληθούς, ιδέα της επιστήμης, ιδέαι, καλόν, λογική, λόγος, μεσότης, Μεταφυσική, νόησις, ον, όντα, ουσία, πίστις, πράξις, πυρ, σκέψις, σοφία, Στοά, συνείδησις, σώμα ανθρώπου, τάξις, ύλη, φαντασία, φιλοσοφείν, Φιλοσοφία, Φυσική, φύσις, χρόνος, ψυχή·  ευρετήριο των παραπάνω όρων έχει κάνει ο Νίκος Ψημμένος, Καθηγητής επί εικοσιπέντε χρόνια στο Τμήμα Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και ποιητής με το ψευδώνυμο Νίκος Ποταμίτης.
Μολονότι η Λογική πριν ακόμη εκδοθεί εξυπηρετούσε μόνο τις ανάγκες του διδακτικού του έργου, με την έκδοσή της φαίνεται ότι ξεπέρασε τον αρχικό σκοπό του Κερκυραίου φιλοσόφου. Στην περίπτωση αυτή δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηριχθεί ότι, ως «μνημείο πολυμάθειας», υπήρξε μια εισαγωγή στη φιλοσοφία, αλλά και μια εισαγωγή στη φιλοσοφική σκέψη του ιδίου του Βούλγαρι, κατά το «νεώτερο, ελεύθερο, εκλεκτικό τρόπο», αφού κατά την εποχή αυτή, στην ελληνική γλώσσα κανένα άλλο τυπωμένο έργο δεν μπορούσε να συγκεράσει την ελληνορθόδοξη με την ευρωπαϊκή φιλοσοφική σκέψη. Ο τίτλος εξάλλου όλου έργου προδηλώνει αυτό το διπλό μεθοδολογικό άξονα: «Λογική εκ των παλαιών τε και νεωτέρων συνερανισθείσα», την αναβίωση δηλαδή των ζωντανών στοιχείων της μακρόσυρτης παράδοσης και την παράλληλη αξιοποίηση των νεωτερισμών του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού.
Ως τα χρόνια της Επανάστασης η διδασκαλία της Λογικής, όχι μόνο του Βούλγαρι, αλλά και άλλων επιφανών λογίων, όπως του Αθανάσιου Ψαλίδα (Ιωάννινα 1767 – Λευκάδα (1829) αποτελούσε ένα από τα βασικότερα μαθήματα της φιλοσοφικής κατάρτισης των νεοελλήνων μαθητών. Την διδακτική αξία τόσο της Λογικής του Βούλγαρι όσο και του Ψαλίδα, μαρτυρούν αρκετά χειρόγραφα – αντίγραφά που διασώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες. 
Η Λογική του Βούλγαρι εκδόθηκε στη Λειψία, στα 1766 και η Λογική του Ψαλίδα εκδόθηκε στην Βιέννη, στα 1793. Η Λειψία και ιδιαίτερα η Βιέννη, στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα υπήρξε η «εκδοτική Μέκκα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού». Στη Λειψία, ο Βούλγαρις έμεινε μια επταετία, από το 1764 έως το 1771, και σ’ αυτή εξέδωσε αρκετά έργα του. Παράλληλα δεν έπαψε να ταξιδεύει: οι γερμανικές πόλεις Χάλλη, Μαγδεμβούργο, Γοττίγγη, Λειψία και Βερολίνο, φαίνεται πως του ενέπνευσαν σε σημαντικό βαθμό τη κλίση προς τις εκκοσμικευμένες ιδέες. Σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον τώρα, μακριά από τις ιδεολογικές αντιδικίες, που οι ιδέες του είχαν προκαλέσει όταν βρίσκονταν στον ελληνικό χώρο, κατά την άποψη του Κ. Θ. Δημαρά δρα περισσότερο σαν «ελευθεριάζων καθολικός αβάς της εποχής παρά σαν ένας αγιορείτης καλόγερος».
Τουναντίον, ο Ψαλίδας από το 1787 έως το 1795 ταξιδεύει στη Βιέννη και παραμένει σ’ αυτή αναπτύσσοντας πλούσια συγγραφική και εκδοτική δραστηριότητα, παρακολουθώντας παράλληλα μαθήματα ιατρικής, φιλοσοφίας, φυσικής, μαθηματικών και ξένων γλωσσών (γερμανικά, γαλλικά και ιταλικά). Ο Θανάσης Πετσάλης – Διομήδης, με τη λογοτεχνική μαστοριά του, στον πρώτο τόμο τού έργου του Ελληνικός Όρθρος (3η έκδοση 1997), αναφερόμενος στον κορυφαίο Ηπειρώτη Διδάσκαλο του Γένους, όταν ήταν σχολάρχης στην Καπλαναία Σχολή, τον εμφανίζει να λέει σ’ ένα μαθητή του τα εξής για τη γνώση ξένων γλωσσών: «Πρέπει να σπουδάσεις και ξένες γλώσσες, γιέ μου. Ιταλικά και γαλλικά και γερμανικά. Τα γερμανικά και τα ιταλικά τα παραδίδω εγώ, για την ώρα. Ως προς τα γαλλικά, έχω πάρει έναν φλαρόπαπα. Πρόσεξε όμως τα ελληνικά, είναι δύσκολα. Είδα πολλούς ν’ αλησμονούνε τη γλώσσα τους, με το να σπουδάζουνε υπερβολικά πολύ τες ξένες… Ωστόσο, πρέπει να μάθεις και ξένες γλώσσες. Αν σ’ αξιώσει ο Παντοδύναμος και ημπορέσεις να πας εις την ξένην…».
Οι δύο Λογικές, του Βούλγαρι και του Ψαλίδα, διαφέρουν ως προς το περιεχόμενο και την «θεματοποίηση» γνωσιολογικών και επιστημολογικών ζητημάτων. Στου Βούλγαρι - πρόκειται για ένα έργο 586 πυκνοτυπωμένων σελίδων – ακόμα και ο ασκημένος στη φιλοσοφική παιδεία αναγνώστης θα εντοπίσσει ένα βασικό πρόβλημα, πρόβλημα που έχει σχέση με τις γλωσσικές του προτιμήσεις του Επτανήσιου λογίου. Είναι γνωστό ότι, η γλωσσική θεωρία του απέκλινε από αυτές που δεν ήθελαν τη φιλοσοφική γλώσσα να είναι εμπλουτισμένη με αρχαΐζουσες λέξεις ή με νεολογισμούς. Ο «κλεινός» διδάσκαλος θεωρούσε την αρχαΐζουσα σαν την περισσότερο κατάλληλη για να εκφραστεί κάθε φιλοσοφική έννοια. Αυτή τη θεωρία απέρριψε ένας εκ των μαθητών, ο Ιώσηπος Μοισιόδακας, εκφράζοντας την γλωσσική επιταγή του Διαφωτισμού: η χρησιμοποίηση του ζωντανού εθνικού γλωσσικού ιδιώματος αποτελούσε τη βάση για πνευματική ανάταση του σκλαβωμένου Γένους. Ο Βούλγαρις δεν θέλησε να υπαναχωρήσει στο γλωσσικό ζήτημα, ίσως από τον αυστηρό του «ακαδημαϊσμό», είτε από τον «αριστοκρατικό του χαρακτήρα». Η επιρροή, βέβαια, από τον Christian Wolff είναι φανερή: στα συγγράμματά του ο Γερμανός φιλόσοφος χρησιμοποιούσε τη λατινική γλώσσα. Γι’ αυτό ο Βούλγαρις φρονεί ότι η Φιλοσοφία δεν μπορεί να κατανοηθεί παρά μόνο στον κάτοχο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, χρησιμοποιώντας τη γνωστή φράση: «εσκυρικτέον άρα τα χυδαϊστί φιλοσοφείν επαγγελόμενα βιβλιδάρια[*]
Σε άλλο επίπεδο, γλωσσικό και φιλοσοφικά θεματολογικό κινείται η Λογική του Ψαλίδα. Γι’ αυτό και η κριτική που άσκησε στον Βούλγαρι αφορούσε τις γνωσιολογικές παραδοχές του· εκτενώς ετούτη η κριτική εκφράζεται σε άλλο έργο του, τα Καλοκινήματα [Βιέννη 1795]. Αξίζει, εδώ, να τονίσω ότι ο Ψαλίδας για μια διετία, από το 1789 έως το 1790, ήρθε σε επαφή με φιλοσοφική σκέψη του Ιμμάνουελ Καντ, και με τις τρεις Κριτικές του, Την Κριτική του Καθαρού Λόγου [1781], την Κριτική του Πρακτικού Λόγου [1788] και την Κριτική της Κριτικής Δύναμης [1790]. Βέβαια, μεταξύ των δύο λογίων, είναι γνωστή η επιστολιμαία διαμάχη τους. Πολύ σωστά ο καλός συνάδελφος Κωνσταντίνος Πέτσιος, εμβριθής γνώστης της φιλοσοφικής σκέψης της εποχής της Τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα του 18ου αιώνα, επισημαίνει ότι, ετούτη την επιστολιμαία διαμάχη οφείλουμε να την αξιολογήσουμε «στο πλαίσιο των ιστορικοφιλοσοφικών της συμφραζομένων», γεγονός που σημαίνει πως, εκ μέρους και των δύο λογίων, δεν υπήρξε συνέχεια στην φιλοσοφική τους διένεξη. Απεναντίας, όπως υποστηρίζει ο Κωνσταντίνος Πέτσιος, ο Ψαλίδας στην μέχρι σήμερα άγνωστη «Πραγματεία περί των ελληνικών συγγραφέων», την οποία ολοκλήρωσε στις 25 Νοεμβρίου του 1797 στα Γιάννενα όπου ήταν σχολάρχης στην Σχολή Καπλάνη, εκφράζεται με εγκωμιαστικό τρόπο για τον Βούλγαρι αλλά και για τον Νικηφόρο Θεοτόκη· τους χαρακτηρίζει «δόξα του γένους» και «κλέος της πατρίδος», φιλοσόφους και θεολόγους, «των οποίων ο πρώτος και ποιητής και άλλος Όμηρος νομιστέος». Αναμφίβολα, εκ μέρους του Ψαλίδα, πρόκειται για μια «ρητή αναγνώριση της σημασίας της διδασκαλίας και του πολυεδρικού έργου» του «κλεινού» Ευγενίου, «ορισμένα από τα συγγράμματα του οποίου υπήρχαν στη βιβλιοθήκη του Ψαλίδα ήδη από την περίοδο της Βιέννης και άλλα προστέθηκαν αργότερα», ως διδασκάλου στην Καπλαναία Σχολή.
Για τις Λογικές των δύο παραπάνω κορυφαίων Διδασκάλων του Γένους, σήμερα έχουμε δύο σημαντικές επανεκδόσεις, με εμπεριστατωμένες εισαγωγές, ευρετήρια και νεώτερη βιβλιογραφία. Και οι δύο έγιναν από τον Κωνσταντίνο Πέτσιο, Καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και Διευθυντή του Εργαστήριου Ερευνών Νεοελληνικής Φιλοσοφίας του ιδίου Τμήματος. Η Λογική του Βούλγαρι, με προλεγόμενα (σσ. 15-174) και ευρετήρια (σσ. 821-875) κυκλοφόρησε στα 2010, με το κείμενο της Λογικής να είναι φωτοαναστατική έκδοση. Η Λογική του Ψαλίδα, με εισαγωγική επισημείωση, προλεγόμενα (σσ. 13–68), μεταγραφή του χειρογράφου (σσ. 69-313) και ευρετήρια (σσ. 335-340), κυκλοφόρησε εφέτος.
Για τον «κλεινό» Ευγένιο Βούλγαρι η μέχρι σήμερα βιβλιογραφία είναι εκτεταμένη. Προσωπικά, στα 2011, στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ, με επιτυχία περάτωσα τη διδακτορική του διατριβή, με τίτλο: «Ευγένιος Βούλγαρις (1716-1806). Σκιαγράφηση των πολιτισμικών αλλαγών και των ιδεολογικών ζυμώσεων στον 18ο αιώνα». Από τη διατριβή μου και εξής, η βιβλιογραφία γι’ αυτόν τον Έλληνα πανεπιστήμονα λόγιο του 18ου αιώνα έχει εμπλουτιστεί με καίριες και εξαιρετικά σημαντικές μελέτες, άρθρα και άλλες διδακτορικές διατριβές. Η δική μου διατριβή, Θεού θέλοντος, ελπίζω ότι την επόμενη χρονιά, το 2024, να δει το φως της δημοσιότητας, μετά από κάποιες αναβολές που σχετίζονται με τις απαιτήσεις στο διδακτικό μου έργο τόσο στο Πρότυπο ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου όσο και στο ΕΠΠΑΙΚ της ΑΣΠΑΙΤΕ, Παράρτημα Βορείου Αιγαίου.
Κλείνω τις σκέψεις μου για τον «κλεινό» Ευγένιο, με την εξής επιλογική επισημείωση. Στην εκπαίδευση πως, άραγε, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί η προσφορά των Ελλήνων λογίων του 18ου αιώνα; Ειδικότερα, η φιλοσοφική σκέψη του Βούλγαρι και του Ψαλίδα, μπορεί σήμερα να βρει χώρο στη διδακτική πράξη, σε διδασκόμενα μαθήματα όπως η Φιλοσοφία, η Ιστορία, τα Θρησκευτικά, τα Μαθηματικά, η Φυσική στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση; Προσοχή, ό,τι προτείνω δεν αφορά τα κατά καιρούς προγράμματα σπουδών που σχεδιάζει και υλοποιεί το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής ή το παλαιότερο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Όσοι βρισκόμαστε στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση γνωρίζουμε πολύ καλά το άγχος της αυστηρής τήρησης όσων πρέπει να διδάξουμε στους μαθητές μας, το γνωστό, δηλαδή, άγχος να «τελειώνουμε την ύλη», πριν τη εξεταστική περίοδο Μαΐου – Ιουνίου. Ό,τι λοιπόν προτείνω αφορά το τι μπορεί διδακτικά να πράξει ένας εκπαιδευτικός στη σχολική τάξη, πηγαίνοντας κάποιες φορές ενάντια στις άνωθεν οδηγίες που του δίνονται για τη διδασκαλία των μαθημάτων του. Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει αλλαγή νοοτροπίας. Με άλλα λόγια είναι ζήτημα προοπτικής, για την αναζήτηση της αλήθειας όσων διδάσκει. Προϋποθέτει, επίσης, εκπαιδευτικό που στοχάζεται και έχει πλήρη παιδαγωγική συνείδηση, είναι ακέραιος και πραγματώνει το διδακτικό του έργο στην αναζήτηση της αλήθειας, προσπάθεια που είναι από τις σημαντικότερες των ανθρώπων, από τους αρχαιοτάτους χρόνους. Ετούτη την αναζήτηση της αλήθειας, είναι γεγονός, ότι την είχαν οι Έλληνες λόγιοι διδάσκαλοι στη μακραίωνη δουλεία τους στον Οθωμανό κατακτητή. Ο Βούλγαρις και ο Ψαλίδας ήταν Διδάσκαλοι του Γένους όπου το διδακτικό τους έργο ήταν διαθεματικό και διεπιστημονικό συνάμα, για να χρησιμοποιήσω έναν σύγχρονο όρο από τη Διδακτική Μεθοδολογία. Στόχος τους δεν ήταν μόνο οι μαθητές να γνωρίσουν το μέχρι τότε γνωστό επιστητό όλων των επιστημών, αλλά το ξύπνημα συνειδήσεων σε ιστορικές συνθήκες ιδιαίτερα δύσκολες. Συνεπώς, το έργο του Βούλγαρι και του Ψαλίδα, με τις κατάλληλες διδακτικές μεθόδους, μπορεί σήμερα να έχει θέση στην εκπαιδευτική διαδικασία. Κι αυτό γιατί η εποχή μας αντιμετωπίζει ένα τεράστιο δάσος προβλημάτων, με κυρίαρχη τη σύγχυση: ποια εκπαίδευση προσδοκάμε για τις επόμενες γενιές. Σ’ αυτή την προσπάθεια η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να είναι αρωγός, μιας και το έργο των δύο αυτών λογίων είναι ψηφιοποιημένο. Η έρευνα, εξάλλου, συνεχώς φέρνει στο φως νέες πτυχές της δράσης τους. Γένοιτο!

[*] Μολαταύτα, αν και δεν επιθυμώ να βαρύνω το κείμενό μου με υποσημειώσεις, εδώ, νομίζω, ότι η συγκεκριμένη υποσημείωση είναι απαραίτητη. Γράφει ο Μοισιόδακας: «ο κλεινός Ευγένιος λέγει πως εσκυρικτέον το χυδαϊστί φιλοσοφείν επαγγελόμενα βιβλιάρια, διατί; διότι προλέγει μικρόν ανωτέρω, πως οι εν ύφει χυδαίω παρενυφασμένοις εγκοβούμενοι φιλοσοφικοίς λεξιδίοις φιλοσοφούσι με απαδεύτως, ανοηταίνουσι δε νεανικώς». Βλ. Θεωρία της Γεωγραφίας, [Βενετία 1781], σ. 45. Ανάλογη είναι και η κριτική του Δημητρίου Καταρτζή (Φωτιάδη), όταν αναθυμάται την προσφορά του Βούλγαρι στο Γένος: «ο φωστήρας του έθνους μας δάσκαλος κυρ Ευγένιος, έκαμε τρεις Λογικαίς μία κατόπ’ απτήν άλλ’ σε πολλά χρόνια μέσα, όσο να τον αρέσ’ η τρίτη που 'τύπωσε. Αν εις αυτό το διάστημα ήθελε γράφη ρωμαίικα, σαν εύκολο που ‘ναι, πόσαις  δεκαριαίς βιβλία δεν ήθελε κάμη σε τόσα πράγματα που μας λείπ’ απλώς η ιδέα τους;». Βλ. Δ. Καταρτζής, Δοκίμια, επιμέλεια Κ. Θ. Δημαρά, εκδ. Ερμής, Αθήνα 1974, σσ. νε΄, 4, 20. Για τη σημασία της παραπάνω φράσης βλ. Ν. Ψημμένος, «Εσκυρικτέον άρα τα χυδαϊστί φιλοσοφείν επαγγελόμενα βιβλιδάρια». Απόπειρα ερμηνείας», Ο Ερανιστής, 20 (1995) 36-46.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις