Νικηταράς· [Μονόπρακτο]

Του ΙΩΑΝΝΗ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ· Φιλολόγου

Tο σκηνικό μπροστά στο Ναό της Ευαγγελίστριας· ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΑΘΗΝΩΝ

Παίζουν οι μαθητές ΜΙΧΑΗΛ ΓΑΖΗΣ [Νικηταράς] (Β3), ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΝΤΙΝΟΣ [Ρώσος Πρέσβης] (Β3) και η μαθήτρια ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΚΟΥΜΑΡΑ [Αφηγήτρια] (Β1).

ΑΦΗΓΗΤΡΙΑ: Αυτός είναι κυρίες και κύριοι ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος. Ω, μην τον βλέπετε έτσι που είναι σήμερα τυφλός και γέρος, και ζητιάνος έξω από αυτήν την Εκκλησιά. Είναι λαμπρό το παρελθόν του και ηρωική η γενιά του. Είναι ανιψιός του Γέρου του Μοριά, του Κολοκοτρώνη. Φόβος και τρόμος για τους τούρκους, αλλά και έντιμος αγωνιστής, που δε λογάριαζε παράδες και λάφυρα. Από 11 χρονών πολεμούσε και τώρα μες των γηρατειών την καταφρόνια σκέφτεται όσα πέρασε.

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ [καθ’ όλη τη διάρκεια που μιλά ο αφηγητής, ο Νικηταράς δείχνει να κοιμάται. Ξαφνικά ξυπνά τρομαγμένος και σηκώνεται]:
Ωχ! τι όνειρο, τι εφιάλτης ήταν πάλι ετούτος. Χρόνια ο ίδιος εφιάλτης, από παιδί μου τρώνε τα σπλάχνα τούτες οι εικόνες. Είδα, λέει, τον πατέρα μου και τον αδελφό μου μες τα αίματα. Τον πατέρα μου να τον σφάζουνε οι τούρκοι, να του παίρνουν το κεφάλι στη φυλακή. Στον αδελφό μου, μικρό παιδάκι, να του λένε ν’ αλλάξει την πίστη του. Να του δείχνουν το σκοτωμένο πατέρα του και να του λέγουν: κάθισε να σε κάνουμε Τούρκο. Τότε το παιδί κάνει το σταυρό του και τους απαντά: θα πάω κι εγώ εκεί που πάει ο πατέρας μου. Το παιδί ξανακάνει το σταυρό του. Τον σκότωσαν κι αυτόν, τον αδελφό μου το Γιάννη. Έγινε από το αίμα του σταυρός. Ας είναι. Έτσι ήταν το θέλημα του Θεού. Ο Γιαννάκης θα είναι τώρα αγγελούδι δίπλα Του, σιμά με τους Αγίους Του.
Ύστερα είδα πως ήμουνα πάλι στο Δερβενάκι και σπάγαν τα σπαθιά μου, καθώς θέριζα κεφάλια. Αίμα, πολύ αίμα, ποτάμι έτρεχε κατακόκκινο κι έβαφε το χώμα και λιγοψύχησα. Μα απάντησα στον εαυτό μου: “Κουράγιο Νικήτα, Τούρκους σκοτώνεις”, τους φονιάδες του αδερφού σου. Απόμεινε το τελευταίο το σπαθί στο χέρι μου και δεν μπόραγα να το βγάλω κι ήρθε ο γιατρός και το ξεκόλλησε. Ύστερα πάλι είδα πως σκότωνα δικούς μας, ρωμιούς. Μαζί με το Θοδωρή μπαίναμε στα χωριά μας και περνούσαμε από φωτιά και τσεκούρι τους προσκυνημένους. Με τούτες τις εικόνες ξύπνησα τρομαγμένος. Ας είναι, τουλάχιστον λευτερώσαμε την πατρίδα. Με χίλιους κόπους και θυσίες. Δόξα τω Θεώ. Με βγάλανε απ’ τη φυλακή, μου δώσαν και μια άδεια ζητιάνου. Και τώρα κάθομαι εδώ, σχεδόν τυφλός, έξω από αυτήν την Εκκλησιά, την Ευαγγελίστρια, τις Παρασκευές μονάχα κι απλώνω στους περαστικούς το χέρι μου. Μα, να, ακούω βήματα, τη θέση μου θα πάρω πάλι…

ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [κοιτάζει τον Νικηταρά κι απορεί].
ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [στο κοινό]: Μη με γελούν τα μάτια μου; Ετούτος είναι ο σπουδαίος στρατηγός, ο θεριστής των Τούρκων, ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος; Για τούτον είναι που λένε πως σκότωσε πάνω από 1000 τούρκους; Ναι, ναι αυτός είναι, τον θυμάμαι τώρα που τον έφερε ο Κολοκοτρώνης. Πιστός του σύντροφος ήταν κι αυτός στο κόμμα των Ναπαίων. Φίλος των συμπατριωτών μου Ρώσων. Πρέπει να του μιλήσω ως Ρώσος Πρέσβης. Στο κάτω κάτω επειδή στηρίζει εμάς τον φυλάκισε ο Όθωνας. Μα τελικά, καθώς φαίνεται, τα κατάφερε ο Μακρυγιάννης, τον έβγαλε από τη φυλακή. Ας είναι…
ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [Στον Νικηταρά]: Στρατηγέ μου, στρατηγέ μου, τι κάνετε εδώ στρατηγέ μου;

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ: Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα!

ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [στο κοινό]: Απολαμβάνει, λέει, ελεύθερη πατρίδα. Ωραία πατρίδα μα την αλήθεια. Ωραία και πλουσιοπάροχα φαίνεται τον αντάμειψε και τούτον η πατρίδα του. Για τούτον τον στρατηγό που τραγουδήσανε: Του Λεωνίδα το σπαθί, Νικηταράς θα το φορεί.
[Στον Νικηταρά]: Μα εδώ την απολαμβάνετε, στρατηγέ μου, καθισμένος κάτω στο δρόμο;

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ: Η πατρίδα μού έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πώς περνάει ο κόσμος.

ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [στο κοινό]: Πάντα γενναίος ο στρατηγός. Δεν θέλει να παραδεχθεί ότι η πατρίδα του, αυτή που για χάρη της έθαψε πατέρα κι αδέρφια, αυτή που δεν δίστασε και φυλακή να τον βάλει, τον έχει εγκαταλείψει τώρα. Ας είναι αξιοπρεπής ο στρατηγός κι ας λέει ό,τι θέλει. Εγώ μια φορά θέλω να τον βοηθήσω. Να του δώσω το πουγκί μου, γεμάτο χρυσές λίρες είναι. Μα δεν θα το πάρει, είμαι σίγουρος. Καλύτερα να το κάνω αλλιώς. Θα αφήσω να μου πέσει τάχα μπροστά του και θα κάνω πως δεν το κατάλαβα.
ΡΩΣΟΣ ΠΡΕΣΒΗΣ [Αφήνει το πουγκί να πέσει μπροστά στον Νικηταρά].

ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ [ψαχουλεύει και πιάνει το πουγκί]: Ε, Ρώσε. Σου 'πεσε το πουγκί σου. Πάρε μην το βρει κανένας και το χάσεις, καημένε!

ΑΦΗΓΗΡΙΑ [Εμφανίζεται στη σκηνή, ο Νικηταράς και ο Ρώσος Πρέσβης φεύγουν]: Αυτός ήταν ο Νικηταράς ο Τουρκοφάγος. Έντιμος και ανιδιοτελής. Έτσι έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Όσο πολεμούσε δεν καταδέχθηκε ούτε λάφυρα να πάρει. Μόνο ένα πολύτιμο σπαθί, μετά το θρίαμβο στα Δερβενάκια. Μα ούτε κι αυτό το κράτησε. Το πρόσφερε αργότερα σε έρανο που έγινε από την προσωρινή κυβέρνηση για τον ανεφοδιασμό του Μεσολογγίου. Ο Νικηταράς έζησε ως το τέλος της ζωής του στον Πειραιά. Πέθανε στις 25 Σεπτεμβρίου 1849. Τάφηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, δίπλα στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α’ Νεκροταφείο. Ωστόσο, σήμερα είναι άγνωστο πού βρίσκεται ο τάφος του και κανείς δεν αναζήτησε ποτέ τα οστά του... Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τον σκεπάζει…


Φωτογραφίες μετά την τελική πρόβα της θεατρικής παράστασης. (Αίθουσα Τελετών. Πέμπτη, 21 Μαρτίου 2024).

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις